Του Θαναση Δριτσα*
Οταν οι συχνότερες λέξεις που ακούει κάποιος καθημερινά στις ημέρες που ζούμε είναι κρίση, φτώχεια, αγανάκτηση, καταστροφή, κατάθλιψη, ανεργία, βία, τότε εύλογα ο μέσος άνθρωπος προσπαθεί με αγωνία να βιώσει το παρόν και αφού αξιολογήσει το παρελθόν να αποκτήσει νόημα ύπαρξης σε έναν μελλοντικό κόσμο. Τα υπαρξιακά ερωτήματα πληθαίνουν σε εποχές κοινωνικής κρίσης και έννοιες όπως η ελευθερία, η δικαιοσύνη, η ατομική και κοινωνική ευτυχία σαφώς απαιτούν σήμερα έναν νέο προσδιορισμό.
Είναι βέβαιο ότι μετά τη βιομηχανική επανάσταση σταθερά αυξήθηκε η εξάρτηση των ανθρώπων από τυποποιημένες μορφές μαζικής εργασίας και σήμερα απαιτούνται περισσότερες ώρες εργασίας έναντι χαμηλότερης αμοιβής. Τη μορφή της καταναγκαστικής εργασίας με στόχο το κέρδος επέβαλε προοδευτικά η λευκή φυλή στο πλαίσιο της αποικιοκρατικής της επέκτασης στον πλανήτη. Οι Ινδιάνοι των νησιών της Καραϊβικής, π. χ., εξοντώθηκαν συστηματικά από τους ναύτες του Κολόμβου και η κυριότερη αιτία της βίαιης σύγκρουσης μεταξύ Ινδιάνων και λευκών εισβολέων φαίνεται ότι ήταν η άρνηση των ιθαγενών να εργαστούν στα ορυχεία των Ισπανών. Η εργασία είχε εντελώς διαφορετική πολιτισμική αξία στον κόσμο των Ινδιάνων σε σχέση με τον λευκό κατακτητή. Η έννοια του συστηματικού κέρδους δεν υπάρχει στους παλαιούς πολιτισμούς και όλες οι μορφές εργασίας στοχεύουν αποκλειστικά στην επιβίωση. Η κοσμοθεωρία ζωής του αρχαίου κόσμου είναι το «εργάζομαι για να ζω» σε αντίθεση με την προτεσταντική κοσμοθεωρία του χριστιανού αποικιοκράτη που συνοψίζεται στο «ζω για να εργάζομαι».
Ο φιλόσοφος Φ. Νίτσε θεωρούσε ότι ο σύγχρονος άνθρωπος έχει απολέσει την ελευθερία του στο πλαίσιο του καταναγκασμού της απρόσωπης εργασίας. Ο Νίτσε γράφει χαρακτηριστικά τα εξής: «Μειονεκτούν τελικά όσοι εργάζονται ως υπάλληλοι, έμποροι, επιστήμονες, πράγμα που σημαίνει ως οντότητες γένους και όχι ως εντελώς συγκεκριμένοι, ατομικά προσδιορισμένοι και μοναδικοί άνθρωποι. Η δυστυχία των επαγγελματικά δραστήριων», συνεχίζει ο Νίτσε, «έγκειται στο ότι σχεδόν πάντα η δραστηριότητά τους είναι άλογη. Δεν μπορείς π. χ. να ρωτήσεις τον τραπεζίτη που μαζεύει λεφτά ποιος είναι ο στόχος της ακατάπαυστης δραστηριότητάς του, διότι αυτή είναι άλογη». «Οπως σε όλες τις εποχές», γράφει ο Νίτσε, «οι ανθρωποι χωρίζονται και σήμερα σε ελεύθερους και σκλάβους, γιατί όποιος δεν έχει στη διάθεσή του τα δύο τρίτα της ημέρας του είναι σκλάβος, κι ας είναι κατά τα άλλα ό, τι θέλει - πολιτικός, έμπορος, επιστήμονας».
Τελικά, η ευδαιμονία μας κρίνεται από τη διάρκεια του ελεύθερου χρόνου μας. Αναπόφευκτα όμως τα σημερινά κοινωνικο-οικονομικά δεδομένα οδηγούν σε αύξηση του χρόνου εργασίας και περιορισμό του ελεύθερου χρόνου, μάλιστα η κοινωνία της αγοράς μέσα από τη μείωση της αμοιβής ωριαίας εργασίας οδηγεί εκβιαστικά σε αύξηση των ωρών απασχόλησης. Επιπλέον, ο πολίτης του δυτικού κόσμου αποδίδει σχεδόν το μισό εισόδημά του στην εφορία και το ποσοστό αυτό προβλέπεται ότι θα αυξηθεί περαιτέρω στο μέλλον. Μάλιστα οι φορολογικές υπηρεσίες έχουν παγκόσμια αποκτήσει πλέον ένα ξεκάθαρα αστυνομικό και αυταρχικό πρόσωπο και είναι βέβαιο ότι στο εγγύς μέλλον ο φοροεισπράκτορας θα έχει και επίσημα δικαιοδοσίες αστυνομικού. Είναι επίσης ενδιαφέρον ότι στις ΗΠΑ δρομολογούνται ήδη νομικές διαδικασίες οι οποίες θα εμποδίζουν τους πολίτες να αντλούν ιδιωτικά νερό ή να καλλιεργούν τη γη και να παράγουν τροφή σε οικιακό επίπεδο, όπως έκαναν δηλαδή οι κάτοικοι αυτού του πλανήτη εδώ και χιλιάδες χρόνια προκειμένου να επιβιώσουν. Ετσι, πολυεθνικά οικονομικά συμφέροντα αποβλέπουν ενδεχόμενα στο να δημιουργήσουν μελλοντικές κοινωνίες οι οποίες θα είναι δέσμιες ενός απολυταρχικού κεντρικού συστήματος προμήθειας και αγοράς τροφής.
Παρά την υποτιθέμενη πρόοδο της επιστήμης και της τεχνολογίας οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν σήμερα απολέσει την ελευθερία στις επιλογές τρόπου ζωής, όπως και τη δυνατότητα να απολαμβάνουν αβίαστα τα φυσικά αγαθά. Το παράδοξο είναι ότι μετά τόσους αιώνες πολιτισμού θα γίνουμε όλοι προοδευτικά νοσταλγοί των φυσικών αγαθών και της άγριας ελευθερίας που απολάμβανε ο άνθρωπος των σπηλαίων.